Οι άνθρωποι του carnet de voyage θυμούνται… κάποια Χριστούγεννα
Ένα ταξίδι στις σχισμές των γιορτών. Εικόνες κι αναμνήσεις από τα δικά μας Χριστούγεννα που μας σημάδεψαν για πάντα.
Θυμάμαι… Σπύρος Τσακίρης
…λέει, από τα χρόνια που θα έρθουν, μάτια γεμάτα χρώματα, μυρωδιές από γλυκά, ζέστη μέσα μας και παντού παιδικά γέλια! Ήταν Χριστούγεννα τότε, κοιτούσα το χιόνι από το παράθυρο να σκεπάζει τη θάλασσα και να χάνεται στην αγκαλιά της, να γίνεται το ένα της. Η λεμονιά στην αυλή, να ξεμωραίνεται, να παίζει κι αυτή με τις νιφάδες. Εκείνο το κόκκινο, να φεύγει από τα χείλη σου και να γίνεται πεφταστέρι, ντάλα μεσημέρι. Κάπου πιο εκεί, ο Ραχμάνινοφ να γράφει μουσική κι εγώ να μη θυμάμαι τίποτα από τα πριν. Τα σύννεφα μου στρόγγυλα και ο ήλιος να ξεμακραίνει. Χριστούγεννα, η μουσική και το ταξίδι. Σαν την αγάπη των Ιχθύων…
Ο χορός των περσινών Χριστουγέννων…Ντορίτα Λουκίσσα
Ξεκίνησαν σε ένα κουτί, στριμωγμένα. Για να ταξιδέψουν από τη Γερμανία στην Αθήνα. Ένα χριστουγεννιάτικο δώρο, πολύτιμο σαν παιδικό παιχνίδι.
Έφτασε στο σπίτι μας πριν μερικά χρόνια κι εκείνη, η μητέρα (δικό της ήταν), το έβγαζε πάντα πρώτο, όταν στόλιζε το σπίτι.
Δεν άφηνε κανέναν να πλησιάσει τα αγγελάκια του, ούτε να ανάψει τα κεριά του. Περίμενε πάντα το βράδυ της 26ης Δεκεμβρίου, που είχε τα γενέθλια της, να το κάνει μόνη της.
Ποτέ δεν ξεκίνησε το ταξίδι του κανονικά, στη φορά της φλόγας. Κι εκείνη “έσκαγε” κι εμείς την κοροϊδεύαμε.
Πέρσι, πάλι την ίδια μέρα, το χριστουγεννιάτικο παιχνίδι γύρισε για πρώτη φορά από μόνο του. Χόρεψε για ώρα. Πολλή ώρα. Μέχρι που δεν έμεινε ούτε ίχνος από τα κεριά.
Πήγε να τη βρει. Κι εκείνη και τα Χριστούγεννα. Αφού τα πήρε για πάντα μαζί της.
Τα μολυβένια στρατιωτάκια…Χρήστος Σιάφκος
Δεν θυμάμαι καν αν ήταν τσολιαδάκια, αμερικανοί πεζοναύτες, γρεναδιέροι, κοζάκοι ή Βρετανοί της βασιλικής φρουράς. Θυμάμαι μονάχα εκείνη τη στενή, ολόφωτη βιτρίνα, κάπου πίσω από τη Μητροπόλεως.
Τέλη της δεκαετίας του ΄50 κι ο πατέρας μου, ο ήρωάς μου, με κρατούσε απ’το χέρι ·“Πάντα θα σε κρατάω από το χέρι”, του έλεγα. “Ακόμα κι όταν μεγαλώσεις;”, με ρωτούσε. “Πάντα!”, του απαντούσα.
Θυμάμαι, λοιπόν, σ’εκείνη τη βιτρίνα τα στρατιωτάκια -μπορεί, τελικά, να ήταν κι αρχαίοι έλληνες πολεμιστές- μέσα σ’ένα κουτί, με ζελατίνα στη μια πλευρά του για να φαίνονται, όρθια τα στρατιωτάκια, στη σειρά, να διαπερνούν τα παιδικά μου μάτια και να γεμίζουν το μυαλουδάκι μου με νίκες αγέρωχες, με κατά μέτωπο εφόδους, μ’ έναν ηρωισμό αντάξιο του Κολοκοτρώνη και του Τζαβέλα, που θαύμαζα τις χρωμολιθογραφίες τους, στους τοίχους της Α΄ δημοτικού.
Πριν όμως δω εκείνη τη μαγική βιτρίνα, είχα πάει επίσκεψη -Μα ναι! Επίσκεψη- στη θεία Διαμαντούλα και στο θείο τον Μιμίκο, που ζούσαν λίγο πιο πάνω απ’ τους “Αέρηδες”, στην καρδιά της Πλάκας, δυο βήματα από το μεγάλο Πλάτανο.
Σαράντα χρόνια αργότερα, έγραφα στην “Ελευθεροτυπία”: “Συνεχίζοντας επί της οδού Διογένους, φτάνουμε στην πλατεία, όπου μάλλον θα σταθούμε για φαγητό. Είναι εδώ το ιστορικό εστιατόριο “Πλάτανος”, ιδρυθέν πριν από το 1930, από τον Θοδωρή Κορονιό, που διατηρεί τώρα ο γιος του Παναγιώτης. Απέναντι ήταν κάποτε και το καφενείο ο “Πλάτανος”. Ο ιδρυτής του, ο Ρερές, έφυγε, το ίδιο και ο γιος του. Το μαγαζί είναι κλειστό πια κι έτσι δεν μπορούμε να επισκεφτούμε το ιερό ενός πρωτοχριστιανικού ναού, που βρίσκεται πίσω από την πόρτα της κουζίνας του. Σ’ ένα άνοιγμα της πλατείας, εκεί όπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 υπήρχε μια αυλή με καμαράκια, όπου ζούσε ένας κουλουράς, ο Μιμίκος, με τη γυναίκα του τη Διαμαντούλα, που έφτιαχνε ανθάκια για στέφανα σε κάτι ιδιότυπους εργαλειούς, σήμερα υπάρχει η προτομή του Περικλή Βυζάντιου (1893-1972). Το ατελιέ του ζωγράφου ήταν στον πρώτο όροφο της ταβέρνας. Εκεί, μάλιστα, είχε εργαστεί και ο γλύπτης Φωκίωνας Ρωκ, ολοκληρώνοντας το γλυπτό του ‘Αγνωστου Στρατιώτη. Είναι μια πλατεία αυτή γεμάτη μνήμες.”
Λέω, πέρασαν τα χρόνια και γέμισε η μνήμη αποθαμένους, χάθηκαν και τα στρατιωτάκια που, εκείνο το -προ Χριστουγέννων- βράδυ, μου είχε αγοράσει ο πατέρας. Όμως, μέρες που είναι, μέσα από τα στρατιωτάκια, ξαναγυρίζω σ’ εκείνο το αβρό χέρι που με κρατούσε και κρατούσα ·ε ναι! Χριστούγεννα, η μνήμη μου όλη είναι δοσμένη στον πατέρα! Και ευτυχώς, η μνήμη μου έχει αφή και έτσι χέρι μέσα σε χέρι πορεύομαι -πατέρα- και σε κρατάω ζωντανό όσο θα ζω. Για όσο ακόμα…
Χριστούγεννα… στην πυρά! Στέλιος Ματσάγγος
H παρέα, φίλοι επιστήθιοι, το χωριό χιονισμένο, το σπίτι απόμερο… Ιδανικές χριστουγεννιάτικες συνθήκες!Φτάνοντας στη Σουβάλα, κάναμε μια στάση για τις τελευταίες προμήθειες. Στο αγροτόσπιτο, έγινε ο απαραίτητος καταμερισμός εργασίας κι εγώ ανέλαβα να ζεστάνω το σπίτι.
Αφού κουβάλησα τόσα ξύλα όσα θεωρούσα ότι ήταν αρκετά για το υπόλοιπο του απογεύματος και την επερχόμενη, κρύα νύχτα, προσπάθησα να ανάψω το τζάκι. Τα ξύλα, όμως, ήταν υγρά και δεν έπαιρναν φωτιά. Αναζήτησα, λοιπόν, τη λύση στο οινόπνευμα, μιας και δεν είχαμε μαζί τυποποιημένο προσάναμμα… Ευτυχώς, δε γίναμε… πρωτοσέλιδο! Η φωτιά δεν έλεγε να δυναμώσει κι έτσι άρχισα να… ψεκάζω τα ξύλα μέχρι που, εντελώς ξαφνικά, “άναψε” ο πίδακας και, αυτομάτως, όλο το μπουκάλι με το οινόπνευμα!
Εννοείται πως πανικοβλήθηκα! Ενστικτωδώς, πέταξα το μπουκάλι και τότε… πήρε φωτιά η βελέντζα, μπροστά στο τζάκι!
Με τα πολλά, αφού γλυτώσαμε με τις ελάχιστες απώλειες και συνήλθαμε από το σοκ, αποφάσισα να ασχοληθώ μόνο με ό,τι ξέρω να κάνω καλά: τη φωτογραφία!
Η συγκεκριμένη φωτό είναι ακριβώς έξω από το σπίτι.
Πολλές ευχές σε όλους!
Κάποιες γιορτές, παλιά…Άγγελος Παππάς
Υπήρχαν κάποιες γιορτές, κάποτε, τότε που δεν είχαμε παρελθόν, παρά μόνο μέλλον… Δε φανταζόμασταν αυτά που θα ζούσαμε γιατί, τελικά, η ζωή είναι πέρα από κάθε φαντασία…
Τότε, η τυροπιτούλα της 1 δρχ. εξαργύρωνε τη λαχτάρα μας για ένα παγωτό στου Παπασπύρου, ένα προφιτερόλ στου Ζαγωρίτη, ένα πιροσκί στο “Πέτρογραντ”. Και το Σινεάκ αντικαθιστούσε την άλλη λαχτάρα μας, για κάποιο από τα θέατρα της Πανεπιστημίου και της Σταδίου, με τις ολοφώτιστες μαρκίζες τους γεμάτες με τα ονόματα των αστέρων της μεγάλης οθόνης.
Οικονομικά τα ψώνια στην Αγίου Μάρκου, την Αιόλου, την Αθηνάς. Το Μινιόν, ο Λαμπρόπουλος, ο Κλαουδάτος… “φάτε μάτια ψάρια”! Η “Πανελλήνιος Αγορά”, όνειρο απατηλό! Τα καλαντάρικα φθάναν-δε φθάναν γιά κανά τόπι , για κανά κουτί στρατιωτάκια.
Δεν ήμασταν όμως δυστυχισμένοι, παρά τα “τίποτα”. Γιατί είχαμε ένα φοβερό δώρο: το Μέλλον!
Το δέντρο της “Ενωμένης Ευρώπης”! Κώστας Κουφογιώργος
Στη γειτονιά που ζω, στη Γερμανία, υπάρχει εδώ και χρόνια μια παράδοση: η Καθολική και η Προτεσταντική Εκκλησία στήνουν ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο και πάνω του κρεμάνε ανώνυμα καρτελάκια με χριστουγεννιάτικες επιθυμίες, φτωχών και ανήμπορων, που μαζεύουν όλο το χρόνο. Το ονομάζουν “δέντρο των επιθυμιών” και καθένας μπορεί να πάρει ένα καρτελάκι και να εκπληρώσει την ευχή ενός άγνωστου συνανθρώπου του, ασχέτως θρησκείας, χρώματος, φυλής ή καταγωγής.
Οι περισσότεροι δε ζητάνε πολλά… Τα παιδάκια μια μπάλα, οι γονείς μια δωροεπιταγή λίγων ευρώ ή οι πρόσφυγες ρούχα… Κι όλες οι προσφορές συγκεντρώνονται στους ναούς και μοιράζονται πριν τις γιορτές.
Φέτος, όπως κάθε χρονιά, πήγα να πάρω κι εγώ μερικά καρτελάκια. Παρατηρώντας τα, μέχρι να επιλέξω, διάβασα για μια 80χρονη συνταξιούχο, η οποία δουλεύει για να συμπληρώσει το εισόδημα της ως καθαρίστρια (!) και ζητούσε λίγα χρήματα… Διάβασα για ένα Ρουμάνο εργάτη, που δεν έχει λεφτά για σπίτι και κοιμάται στο αυτοκίνητό του, και ζητούσε ένα ζεστό μπουφάν, “δεύτερο χέρι”…
Βλέπεις τα καρτελάκια και το καθένα είναι μια σφαλιάρα στην ισχυρή Ευρώπη που, όπως φαίνεται, “παράγει” μόνο φτωχούς τα τελευταία χρόνια. Που την κυβερνάνε ανεπάγγελτοι, λαϊκιστές, χαρτογιακάδες, ψευτοεπαναστάτες και κάτι απίστευτοι τύποι, που θέλουν να χτίσουν τείχη ενάντια στους πρόσφυγες. Μια Ευρώπη μίζερη, τσιγκούνα, μακριά από τις ιδέες που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Αν μαστίζει τόση φτώχεια τη Γερμανία, φανταστείτε τι συμβαίνει στο νότο… Πόσα τέτοια καρτελάκια υπάρχουν και πόσες ιστορίες -που ποτε δε θα μάθουμε!- έχουν να πουν…
Από δω και πέρα, λοιπόν, λέω να βαφτίσω το δέντρο “Ευρώπη”, γερμένο από όσα κουβαλάει, σκοτεινό, με μόνο φως αυτό που αντανακλάται από τα πλαστικοποιημένα καρτελάκια που κρέμονται αντί για στολίδια.
Καλά Χριστούγεννα, αγαπημένοι μας ηγέτες. Ωραία τα καταφέρατε!
Χριστούγεννα ή αλλιώς… ευκαιρία για νέες περιπέτειες. Εβίτα Ταμπάκη
Το ταξίδι ήταν πάντα στο αίμα μας ·με τα χρόνια αποκτήσαμε και τον κατάλληλο εξοπλισμό. Έτσι, κάποια Χριστούγεννα, αποφασίσαμε να πάρουμε τα βουνά ·στην κυριολεξία!
Το τροχόσπιτο, εφοδιασμένο, εκτός από τις χιονοαλυσίδες και τα πέδιλα του σκι, με μία σόμπα που το έκανε “φούρνο” σε χρόνο dt, το τόξο μου και τη φωτογραφική μηχανή του πατέρα, “κοτσαρίστηκε” στη Σίμκα του 1980 και… φύγαμε!
Παραμονή Χριστουγέννων φτάσαμε στο Λιβάδι του Παρνασσού, βρήκαμε ένα τέλειο χώρο δίπλα στο δάσος και, αφού ο πατέρας έδωσε τις κατάλληλες οδηγίες ξεκοτσαρίσματος και σταθεροποίησης του τροχόσπιτου, αράξαμε και αφήσαμε τη μητέρα να ετοιμάσει στο κουζινάκι το δείπνο και να τακτοποιήσει το “σπίτι”. Σκοπός; Η εξερεύνηση του δάσους με τα έλατα. Κι ίσως η μοναδική ανάμνηση από εκείνον, που έχει παραμείνει ολοζώντανη! Οι δυο μας, μέσα στο δάσος, με το τόξο για εξάσκηση, να μου δίνει μαθήματα ζωής για τη φύση και τα ζώα της, απαθανατίζοντας με τη φωτογραφική ό,τι μας έκανε εντύπωση!
Ανήμερα τα Χριστούγεννα, ένα πυκνό χιόνι κάλυψε τα πάντα και, ανοίγοντας με το ζόρι την πόρτα του τροχόσπιτου, διαπιστώσαμε ότι είχαμε… επισκέψεις! Ένα πανέμορφο ελάφι στεκόταν στην είσοδο του δάσους και κοίταζε προς τη μεριά μας αλλά, δυστυχώς, το φιλμ στη φωτογραφική είχε τελειώσει κι έτσι η εικόνα έμεινε μόνο στη μνήμη μας. Ήταν, όμως, μάλλον το καλύτερο χριστογεννιάτικο δώρο που μου έκαναν ποτέ!
Τα παραμύθια της γιαγιάς…Γιώργος Σιδέρης
Αναμνήσεις υπάρχουν πολλές, ορισμένες όμως τις κρατώ μονάχα για μένα… Ήταν και είναι δικές μου, μερικές από αυτές τις έχω θάψει στο πίσω μέρος του μυαλού μου ·ίσως επειδή, παρά την παιδική μου ηλικία, δεν ήταν παιδικές, μιας και ορισμένες καταστάσεις θέλησαν να με μεγαλώσουν πιο γρηγορα.
Αυτή η φωτογραφία, λοιπόν, είναι σχετικά πρόσφατη… Είναι ένας καλικάντζαρος που αγοράστηκε πριν από λίγα χρόνια και τοποθετήθηκε, από τη σύζυγό μου, στη σήτα του τζακιού μας. Όμως, αυτόν τον καλικάνζταρο κάθομαι και τον κοιτάζω, ακόμα και τώρα, με τις ώρες, επειδή μου θυμίζει τη γιαγιά μου τη Σοφία ·που σ’ αυτήν οφείλω τόσα πολλά, μιας και με μεγάλωσε από 4,5 ετών. Θυμάμαι κι εμένα, να θέλω να παίξω κι άλλο, να μην πάω να κάνω μπάνιο, να πιω το γάλα μου και να κοιμηθώ, κι εκείνη να μου λέει: “Μωρέ σαφρακιασμένο, τράβα να κοιμηθείς! Θα έρθουν οι καλλικάνζταροι να σε μαδήσουν!”
Μου λεγε ακόμα: “Τόσα παιδιά πεινάνε κι εσύ δε θες να πιείς το γάλα σου! Ντροπή σου!”
Κοίτα, ρε καλικάντζαρε, πώς τα φερε η ζωή και πόσες φορές με έφερε το ρεπορτάζ κοντά σ’ αυτά τα παιδιά, με τη φωνή της γιαγιάς ν’ αντηχεί μέσα μου κάθε φορά που τα κοίταζα…
Πόσα ρεπορτάζ για το μεταναστευτικό και πόσα παιδιά χωρίς γάλα, ρε καλικάντζαρε… Χωρίς ένα βασικό αγαθό…
Τράβα, λοιπόν, καλικάντζαρε, “βούτα” όλο το γάλα που περισσεύει (μην το πιείς εσύ, βρωμιάρη, που τέτοιες μέρες κάνει μιαν μπάκα σαν… αλεξίπτωτο), “βούτα” το και πήγαινέ το σ’ αυτά τα παιδιά! Όλο! Να χαρεί κι η γιαγιά!
Χειμώνα-καλοκαίρι, γυρίζουν οι αγγέλοι! Ιωάννης Βέλλης
[Μοναστηράκι]Συνηθίσαμε τις κακές εικόνες σ’ αυτήν την πόλη, την Αθήνα…
Ίσως κι η παρουσία μας, είναι μια από αυτές…
Τα χρόνια περνάνε, αλλά αυτές πυκνώνουν αντί να χάνονται…
Θέλεις να αλλάξεις κάποια πράγματα, προς το καλύτερο, παλεύεις, αγωνιάς, νικιέσαι, σταματάς. Όλοι σταματάμε, ή έστω δε συνεχίζουμε με την ορμή και τη δύναμη του δικαίου. Αυτή η γ@@@νη ιστορία, εικόνα, μας έχει παγιδεύσει κι, όμως, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Είτε είναι μια καθημερινή, είτε μια εορταστική μέρα.
Όσοι βιώνουν την ανεργία, ιδίως τη μακρόχρονη, ξέρουν απ’ αυτά.
Δε μιλάνε και ξεπερνάνε κάθε εμπόδιο. Δύσκολο, αλλά γίνεται ·δεν έχεις επιλογή για αποτυχία! Οι δείκτες αυξάνουν και, μέσα τους, είναι άνθρωποι ·προστιθέμενη αξία σε αδράνεια…
Οι λογαριασμοί δεν περιμένουν, οι τράπεζες δεν περιμένουν, το δημόσιο δεν περιμένει, κανείς δεν περιμένει από αυτούς και, ουσιαστικά, δε νοιάζεται.
Το δικό σου πρόβλημα είναι αποκλειστικά δικό σου, όχι δικό τους…
Όταν σκέφτομαι τις γιορτές, σκέφτομαι τους άστεγους, το κρύο, το κορίτσι με τα σπίρτα, την αχαριστία, τη μετάλλαξη πρώην φίλων σε άγνωστους περαστικούς στη ζωή σου, όταν χάνεις τη δουλειά ή δεν έχεις να τους προσφέρεις απλόχερα ό,τι πέρνανε πριν, το σκοτάδι…
Κλέβω κάποιο χαμόγελο από τις αναμνήσεις μου κι όλο αγάπη το καταθέτω πάλι μέσα μου. Έτσι, για υποστήριξη. Κάποτε πετυχαίνει, κάποτε συνυπάρχει με την αδιαφορία..
Ένα έτος που τελειώνει, είναι απολογισμός. Οι απολογισμοί περίπου ίδιοι, τα συναισθήματα μπερδεμένα. Αφιλόξενη χώρα το μυαλό, για περίεργες σκέψεις. Ας κρατήσουμε όμορφες εικόνες, ξεχωριστή μουσική, τραγούδια… για να ξεγελιόμαστε.
Μπορεί στο 2017 να αλλάξει κάτι, προς όφελός μας.
Άλλωστε, χειμώνα-καλοκαίρι, γυρίζουν οι αγγέλοι!
Το πιο φωτεινό αστέρι! Xριστίνα Μαραγκού
Πέρσι ήταν πιο μικρή… Έβαλε δύο μπάλες στο δέντρο, βαρέθηκε και με άφησε μετά να το στολίσω μόνη μου…
Φέτος, το στολίσαμε μαζί. Από το ηχείο ακούγονταν χριστουγεννιάτικες μελωδίες, η Ιωάννα είχε φορέσει το καλό της φουστάνι και τα γυαλισμένα της παπουτσάκια και είχε κάνει κοτσιδάκια που πήγαιναν πέρα-δώθε, καθώς έκανε “βουτιές” και “ψάρευε” στολίδια από τη μεγάλη κούτα στο πάτωμα.
Κάθε λίγο και λιγάκι ρωτούσε “Νονά, να βάλω κι άλλες μπάλες;” Κι όταν άδειασε η κούτα με τα στολίδια και ανάψαμε τα φωτάκια, έλαμψαν τα μάτια της!
Με τη λάμψη αυτή και το παιδικό της χαμόγελο ήρθαν φέτος για μένα τα Χριστούγεννα.
Χριστούγεννα στην Εθνική: Ρούλα Σιλιντζή-Λέκκα
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που βιώσαμε μια χριστουγεννιάτικη περιπέτεια, που θα μου μείνει χαραγμένη στο νου για μια… πρωτοτυπία της! Γυρνούσαμε από Αθήνα, όπου ήμασταν για ολιγοήμερες διακοπές και, στο ύψος της Θήβας, αποκλειστήκαμε από τα χιόνια, με πολλούς ακόμη ταξιδιώτες. Όπως όλοι, έτσι κι εμείς, μείναμε μέσα στο αυτοκίνητο, τις πρώτες στιγμές αστειευόμασταν με τη μικρή μας αναποδιά, μασουλούσαμε μπισκοτάκια και ό,τι άλλο είχαμε μαζί μας και ακούγαμε ραδιόφωνο, που μετέδιδε, σε αρκετά δραματικούς τόνους, τον αποκλεισμό της εθνικής οδού και τις αντιδράσεις του κόσμου.
Κάποια στιγμή, ένας σταθμός έλεγε ότι, στο σημείο που ήμασταν, έχουν φτάσει “αλατιέρες” που ρίχνουν αλάτι και, πολύ σύντομα, θα ανοίξει ο δρόμος… Τότε, ο άντρας μου είδε το νούμερο του σταθμού και το κάλεσε από το κινητό του. Τον έβγαλαν αμέσως στον “αέρα” και είπε: “Ούτε αλατιέρες ούτε πιπεριέρες υπάρχουν εδώ! Ούτε καν ένα γκρέιντερ!”
Συμπτωματικά, την ίδια ραδιοφωνική εκπομπή άκουγε, στη Λάρισα, ένας αγαπημένος φίλος, ο οποίος γνώρισε τη φωνή του άντρα μου και μας πήρε αμέσως τηλέφωνο. Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη αυτό για εμάς και έγινε και η σχετική πλάκα!
Μετά από αρκετές ώρες κι ενώ κόντευε να ξημερώσει, ένα φορτηγό, μπροστά μας, άρχισε να κινείται… Είχε έρθει γκρέιντερ κι είχε καθαρίσει μια μικρή λωρίδα του δρόμου που, όμως, ήταν παγωμένος και γλιστρούσε, γι’ αυτό και τα περισσότερα αυτοκίνητα δεν τολμούσαν να ξεκινήσουν. Εμείς είπαμε να ξεκινήσουμε σιγά-σιγά και, σε όλη τη διαδρομή μέχρι τη Λάρισα, δε συναντήσαμε ούτε ένα αυτοκίνητο! Ούτε στο δικό μας, ούτε στο αντίθετο ρεύμα! Ήταν απίστευτο! Για μια φορά, είχαμε την εθνική οδό κατ’ αποκλειστικότητα ·δε νομίζω να ξαναζήσω ποτέ κάτι παρόμοιο!
Το θαύμα της γέννησης…Ελευθερία Κανακάκη
Την πρωτότοκή της τη γέννησε πάνω στον Στυλιανό μου. Στον έναν καναπέ εκείνος, στον άλλον εγώ, ξαγρυπνούσαμε μαζί της από το πρώτο λεπτό ·κι εκείνη εμπιστεύτηκε το στέρνο του μικρότερου, για να αποθέσει τον πολύτιμό της καρπό.Πρώτα σήκωσα τη μανούλα και την πήγα στην αυτοσχέδια φωλιά, ύστερα, με ευλάβεια, άφησα δίπλα της την κόρη της κι έμεινα να της χαϊδεύω το κεφάλι, μέχρι να φέρει στον κόσμο άλλα δύο μωρά. Ξεκίνησε λίγο μετά τα μεσάνυχτα κι ειχε ξημερώσει πια για τα καλά…Η Χριστίνα, που της τηλεφώνησα, δε με καθησύχασε ·κάθε άλλο! Ο Στυλιανός δεν μπορούσε να χάσει την τελευταία ακαδημαϊκή μέρα του 2012, η Κωνσταντίνα μου φόρεσε το πιο μακρύ και ζεστό μου πουλόβερ κι “έκλεισε” απαλά εκεί μέσα τα τρία κουταβάκια, στο ύψος της καρδιάς, κι εγώ, εξίσου απαλά, έβαλα την Μπέμπα στο κάθισμα του συνοδηγού και ξεκίνησα. Ο Νίκος, ο μπαμπάς του μπαμπά, μας περίμενε ταραγμένος έξω από την πόρτα του κτηνιατρείου, όμως, μόλις πέρασε το σκαλοπάτι, έγινε ο βοηθός που θα ευχόταν να έχει πλάι της κάθε νεαρή, φοβισμένη μαμά. Δύο ώρες… Τρεις ώρες… Ενέσεις… Οροί… Αίματα… Υγρά…
Ο Νίκος να τη χαϊδεύει και να βρέχει συνεχώς τη μουσουδίτσα της με νερό, η Κωνσταντίνα να της πηγαίνει όσο το δυνατόν πιο κοντά τα μικρά για να βλέπει ότι, εκείνα τουλάχιστον ήταν καλά, εγώ να της μιλάω, να την παρηγορώ… Και, τελικά, με την επέμβαση της Χριστίνας, “γύρισε” το τέταρτο, που ερχόταν ανάποδα, κι αμέσως ξεπρόβαλε το πέμπτο ·το πρώτο αρσενικό. Χωρίς ίχνος ζωής αυτό! Χωρίς ανάσα!Είχε άλλα δύο ακόμα μέσα της… Κι η Χριστίνα ξεκίνησε να κάνει το “σωστό”: να τα βγάλει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, μπας και σωθούν έστω αυτά και, κυρίως, η μάνα! Όμως εκείνη, με τις ελάχιστες δυνάμεις που της είχαν απομείνει, σηκώθηκε στα πόδια της και την κοίταξε κατευθείαν στα μάτια… “Προσπάθησε!”, της είπε. “Μην τα παρατάς! ”
Η Χριστίνα ξανάπιασε το αγοράκι και με τα δυο μικρά της δάχτυλα άρχισε να του κάνει μαλάξεις… Μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι, εφτά… Και τότε ήταν που η Μπεμπούλα μας έσπρωξε, με τη μουσούδα της, τα γαντοφορεμένα χέρια, για να σκύψει η ίδια, ανενόχλητη, πάνω από το μικρούλι της ·το στόμα της στο στόμα του, κολλητά, για δύο ολόκληρα λεπτά! Εισπνοή και “φύσημα”! Ξανά και ξανά! Μέχρι να ακουστεί ένα σχεδόν ξέπνοο κλάμα! Εύχομαι όλοι να ζήσετε κάτι παρόμοιο, κάποια Χριστούγεννα…
Εύχομαι να αρχίσετε πάλι να πιστεύετε, όπως εγώ, στα θαύματα!