Travel StoriesΚόσμος

Road trip στην Ανδαλουσία : Από τη Μάλαγα στα Λευκά Χωριά

Φωτογραφίες: Εβίτα Ταμπάκη

Ήμασταν ήδη μια μέρα στην Ισπανία, Καστίλη για να ακριβολογούμε και μετά τη Μαδρίτη και το Τολέδο είχαμε αρχίσει την κατάβαση προς το νότο.
 
Η διαδρομή δύσκολη, ειδικά όταν ο ένας, η Εβίτα, οδηγούσε νον στοπ κι ο άλλος, εγώ, ανακοίνωνε διαρκώς νέες διαδρομές. Τουλάχιστον είχαμε πια τον καιρό με το μέρος μας.
 
Ο βαρύς χειμώνας της Μαδρίτης, όσο κατεβαίναμε, έδινε τη θέση του σε Αλκυονίδες με ήλιο και θερμοκρασίες γύρω στους 10 βαθμούς.
 

Αργά το βράδυ, είδαμε επιτέλους τα φώτα της Μάλαγας και η πρώτη εικόνα από την πόλη ήταν το σχόλασμα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα που μας μποτιλιάρισε στο έμπα του κέντρου.

 Από τη Μαδρίτη κιόλας είχαμε μυριστεί πως οι Ισπανοί είχαν στηρίξει το οδικό τους σύστημα σε κυκλικούς κόμβους, για τους οποίους μας ενημέρωνε διαρκώς το gps, αλλά ακόμη δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσοι πολλοί ήταν σε κάθε πόλη μεγάλη ή μικρότερη, σε κάθε δρόμο, σε κάθε εθνική.
 
Η φράση “κυκλικός κόμβος” σύντομα έγινε κωδικό όνομα για ότι μας ενοχλούσε, αλλά και το ανέκδοτο της εκδρομής.
 
Έντεκα το βράδυ καταπονημένες πέσαμε στην αγκαλιά της κόρης μου που είχαμε να δούμε από το καλοκαίρι και κάναμε την γνωριμία με την Αλίθια, ένα υπέροχο 23χρονο κορίτσι, μουσικός, με σπουδές ψυχολογίας το οποίο μιλάει άπταιστα αγγλικά, σπάνιο στις μέρες μας ακόμη στην ιβηρική χερσόνησο.
 
Οι δυο τους μάλιστα μας περίμεναν με γλυκό και κεράκι, αφού ξημέρωναν τα γενέθλια μου, 53 χρονών, αχ.
 
Το εγερτήριο της άλλης μέρας ήταν στρατιωτικό. Πουρνό πουρνό ξαμοληθήκαμε στην πόλη της Μάλαγας, γιατί το πρόγραμμα (μου) περιελάμβανε πολλές διαδρομές κι εγώ γιόρταζα και ήθελα ως δώρο, να τα δω όλα.
 

Το Αλκαζάμπα της Μάλαγα, το πρώτο αραβικό κάστρο που έβλεπα στη ζωή μου (θα ακολουθούσαν πολλά ακόμη στην Ανδαλουσία) μας έκοψε πρωί πρωί την ανάσα. Απέξω, γιατί από μέσα ήταν ακόμη κλειστό αλλά και πολύ δυσπρόσιτο για τη ορθοπεδική μου μπότα.

 
Ένα όμορφο ρωμαϊκό θέατρο στα ριζά του κάστρου μας καθήλωσε για αρκετά λεπτά, πριν κατευθυνθούμε στη  πρώτη πλατεία για καφέ και τοστάδα, ντόπιο σάντουιτς που τρώνε για πρωινό.
 
Ομορφη πόλη με έντονη την παρουσία του Πάμπλο Πικάσο, η γενέτειρα του βλέπεις, ενώ εκεί υπάρχει ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία που είναι αφιερωμένα σ΄εκείνον, όμως έντονα έκδηλο παντού και το αραβικό στοιχείο.
 

Ήμασταν πια στην καρδιά της Ανδαλουσίας. Καμία σχέση με την κλασσική Ισπανία. Άλλη αίσθηση, άλλη αρχιτεκτονική, άλλη ομορφιά. Ακόμη και η γλώσσα διαφορετική.

 Σύντομα περάσαμε από τον Καθεδρικό στη κεντρική πλατεία της πόλης Plaza de la Constitucion, το πιο κεντρικό σημείο της πόλης με τα κυριλέ μαγαζιά και μια εντυπωσιακή μοντέρνα αψίδα και μετά βουρ για το λιμάνι και τη θάλασσα.

Ο ήλιος υπέρλαμπρος και η Μεσόγειος μίλησε μέσα μου, ισπανικά αυτή τη φορά. Η απόλυτη πεμπτουσία.

 Το λιμάνι με τα πλοία να σαλπάρουν για Μαρόκο και η ακτογραμμή όσο βλέπει το μάτι γεμάτη ψηλούς φοίνικες. Όνειρο. Μάλλον δεν είναι τυχαίο που το καλοκαίρι η Μάλαγα είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της χώρας.
 
Αφού βάλαμε την πρώτη βενζίνη, φτηνότερη απ΄ότι στην Ελλάδα, ξεκινήσαμε για τα βουνά. Pueblos Blancos (Λευκά Χωριά) ήθελε η χάρη της εορτάζουσας και η Ρόντα ήταν το πρώτο από αυτά.
 
‘Ελα όμως που το gps έκανε λάθος εκτιμήσεις, μας έστειλε από τον μακρινό δρόμο και η διαδρομή εξελίχτηκε σε εμφύλιο σπαραγμό. Είναι και τα μέρη βλέπεις που έγιναν μερικές από τις μεγαλύτερες μάχες μεταξύ Δημοκρατικών και Φασιστικών Δυνάμεων.
 
Εγώ δεν έπαψα να βρίζω την φωνή ρομπότ του ηλεκτρονικού χάρτη και να καταριέμαι την σύγχρονη τεχνολογία, υπενθυμίζοντας σε κάθε λάθος στροφή την όμορφη εποχή που οι άνθρωποι ταξίδευαν με χάρτες και πυξίδες.
 
-Να ο Κολόμβος για παράδειγμα από τούτα τα μέρη έφυγε και ανακάλυψε κοτζάμ Αμερική, είπα, για να έρθει η αποστομωτική απάντηση της κόρης μου: “Ναι αλλά αλλού ντ’ αλλού, την Ινδία έψαχνε”. Εγώ φταίω που την έστειλα να μάθει ιστορία.
 

Ευτυχώς οι επιβλητικές ανεμογεννήτριες που δέσποζαν σχεδόν παντού στη διαδρομή, κατάφεραν να φέρουν μερική εκεχειρία.

 Μπροστά μου εγώ έβλεπα τους Μύλους του Δον Κιχώτη σε σύγχρονη βερσιόν και αισθανόμουν ταύτιση με τον ήρωα του Θερβάντες που ταξιδεύει μόνος προς το άγνωστο και οι άλλοι τον θεωρούν από άλλο πλανήτη.
 
Με τα πολλά φάνηκε η Ρόντα. Και παρόλο που δεν μου μιλούσε καμιά τους κι είχαν πάρει όλες το μέρος του gps, εγώ δεν έπαψα στιγμή να αναρωτιέμαι πως γίνεται ένα μέρος να είναι τόσο όμορφο!!!
 

Η Ρόντα όχι μόνο είναι μια υπέροχη ορεινή κωμόπολη, σκαρφαλωμένη στο 750 μέτρα υψόμετρο, αλλά μια από τις περιοχές που ενέπνευσαν τον ΄Ερνεστ Χέμινγουέι να γράψει το «Για ποιον χτυπάει η καμπάνα» αφού κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου οι Δημοκρατικοί έριχναν τους φασίστες από το βράχο στο φαράγγι Ελ Τάχο. Ομως στην πόλη υπάρχει έντονο και το στίγμα των ταυρομαχιών αφού στη σημαντικότερη πλατεία της πόλης Plaza de toros, υπάρχει μία από τις παλιότερες αρένες  της Ισπανίας.

Το περιβόητο πρόγραμμα γενεθλίων είχε βγει εντελώς εκτός ωραρίου κι έπρεπε να φύγουμε καρφί για το Κάδιθ, μια ακόμη όμορφη παραθαλάσσια ανδαλουσιανή πόλη. Πάλι ο χρόνος σταμάτησε κάπου στην autovia και οι 2 ώρες ταξιδιού έγιναν 4, ωστόσο η διαδρομή με τους μύλους δίπλα στη θάλασσα κι απέναντι μέσα στην ομίχλη να αχνοφαίνονται οι ακτές της Αφρικής, μας ηρέμησαν αρκετά, παρά τη κούραση και την ένταση της ημέρας.

Το Κάδιθ (ισπανικά: Cádiz‎) είναι η αρχαία πόλη Γάδειρα, κοντά στο Στενό του Γιβραλτάρ, το οποίο στην αρχαιότητα ήταν γνωστό και ως Γαδειρίδαι Πύλαι.  Μια πόλη με θαυμάσιες παραλίες και ένα ιστορικό κέντρο υπέροχο για περπάτημα, μέρα και νύχτα.

Μάλιστα εμείς που φτάσαμε αργά σε ένα hostal αραβικού τύπου, δίπλα στην παραλία, δεν συνειδητοποιήσαμε την ομορφιά του τοπίου μέχρι το επόμενο πρωί.

Ειδικά όταν είδαμε την 2,8 χιλιομέτρων Playa de la Victoria, πιάνει σχεδόν ολόκληρη τη δυτική πλευρά του Κάδιθ η οποία θεωρείται ως η καλύτερη αστική παραλία της Ευρώπης.

Κυκλοφορήσαμε για λίγο στην πόλη, είδαμε τον Καθρεδρικό να λαμπυρίζει μέσα σε άπλετο ήλιο, τις γάτες που “συγκατοικούν” με τους γλάρους στα βράχια της πόλης και πήραμε ξανά το μεγάλο δρόμο.

Αυτή τη φορά σειρά είχε το Vejer de la Fronteras, ένα ακόμη Pueblo Blanco και μετά Γιβραλτάρ. Μάλιστα ο άλλος ταξιδευτής του Carnet de Voyage, Βαγγέλης Πρωτόπαπας είχε επιμείνει. Μην τυχόν και δεν πάτε.

Και πήγαμε όντως και την ώρα που θαυμάζαμε το τοπίο και τη ρημοτομία του χωριού, τα πανέμορφα σπίτια και στο βάθος την παλιά εκκλησία στην οποία γινόταν εκείνη την ώρα η κυριακάτικη λειτουργία,  ένα μήνυμα το κινητό της Αλίθια που ανήγγειλε το θάνατο του παππού της, θα ανέτρεπε το πρόγραμμα για άλλη μια φορά.

 Το road trip θα άλλαζε εντελώς φορά, αφού όμως πρώτα πατούσαμε τον Βράχο του Γιβραλτάρ.
 

Ντορίτα Λουκίσσα

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο ΕΚΠΑ. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 άρχισε να εργάζεται σε έντυπα, αρχικά καλύπτοντας το διεθνές ρεπορτάζ. Σύντομα πέρασε στον χώρο των media και ασχολήθηκε με τον θαυμαστό τότε και ελπιδοφόρο ακόμη χώρο της τηλεόρασης, για λογαριασμό εφημερίδων και περιοδικών. Από άποψη δεν εργάστηκε ποτέ στην τηλεόραση, αλλά μόνο στο ραδιόφωνο και συγκεκριμένα του ΣΚΑΙ, την εποχή της άνοιξης της ιδιωτικής ραδιοφωνίας. Με το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας -τελευταία εφημερίδα στην οποία εργάστηκε- αποφάσισε να στραφεί στο διαδίκτυο και να ανακαλύψει την αδιάκοπη δραστηριότητα του ίντερνετ, συνεργαζόμενη με διάφορες ιστοσελίδες. Παράλληλα δραστηριοποιείται στο χώρο των multimedia.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button