Travel StoriesΕλλάδα

Πάσχα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε

Ταξιδιωτικές ιστορίες, πασχαλινών αναμνήσεων, αισθήσεων και γεύσεων.


 

ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ

spiros

Ω γλυκύ μου έαρ,
γλυκύτατόν μου Τέκνον,
πού έδυ σου το κάλλος;

Μα πάντα μου χαλούσε εκείνο το …κάλλος των ημερών, η λέξη Πάσχα προτιμούσα το ΛΑΜΠΡΗ !!!
Γ ιαυτο και πεταλούδες αναπολούσα και από αντίδραση έλεγα τους στίχους του Βάρναλη:
Kι αν κάποτε τα φρένα σου μ’ αλήθεια, φως της αστραπής,
χτυπήσει ο Κύρης τ’ ουρανού, παιδάκι μου να μη την πεις!
Θεριά οι ανθρώποι, δε μπορούν το φως να το σηκώσουν!
Δεν είν’ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!


ΝΤΟΡΙΤΑ ΛΟΥΚΙΣΣΑ: ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΜΟΥ …ΠΟΛΗ…

ntorita

Εκεί που σμίγει η Δύση με την Ανατολή. Κι η Ασία συναντά την Ευρώπη.
Στα νερά του Κεράτιου, όταν αγκαλιάζουν τον Βόσπορο.
Με τον ερωτισμό της, τα μεθυστικά της αρώματα, εκείνα τα χρώματα που λιγώνουν την ψυχή. Με φίλους καλούς.
Πάσχα 2007. Στην Κωνσταντινούπολη. Άλλη κατάνυξη. Με τα μάτια γεμάτα ομορφιές.


ΒΑΣΩ ΚΑΚΑΒΙΑ

vasso

«Πάσχα να ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε» … ‘Ελεγε ο παππούς μου.

Λάτρευε την άνοιξη και θεωρούσε ότι το Πάσχα ήταν η καλύτερη περίοδος για αντάμωμα.

Παιδάκι αδημονούσα να φύγουμε για την Δομνίστα με το που έκλειναν τα σχολεία γιατί με περίμενε, ήμουν ο επίτιμος βοηθός του όλη την Μεγάλη Εβδομάδα.

Να κλαδέψουμε το αγιόκλημα στην αυλή να μεταφέρουμε τις γλάστρες με τις πασχαλιές, να ασβεστώσουμε τις μάντρες και τα πλακόστρωτα, να φτιάξουμε τους λάκκους για τις σούβλες , να τους γεμίσουμε με ξύλα και να τους σκεπάσουμε… μέχρι να ρθει η ώρα.

Η γιαγιά με κόκκινο αυγό μας σταύρωνε για καλή υγεία και στη συνέχεια το έβαζε στο εικονοστάσι και πήγαινε με την σκάφη της στην θεία Μαριγούλα, να ζυμώσουν μαζί με άλλες γιαγιάδες τα τσουρέκια.

Ύπνος δεν μας έπιανε παρά μόνο όταν χτυπούσε καμπάνα, τότε να δεις νύστα και βαρεμάρα. Ακλουθούσαμε με τα χίλια ζόρια και στην διαδρομή μέχρι να φτάσουμε στην εκκλησία είχαμε συμφωνήσει … μισή ώρα μέσα και μετά ελεύθεροι στην πλατεία …. Δεν ήταν κι άσχημα…

Μόνο το ξενύχτι για το στόλισμα του Επιταφίου δεν χάναμε με τίποτα, τόσο αγώνα ρίχναμε για να μαζέψουμε τα λουλούδια. Δυο και τρεις φορές το γύρο του χωριού για να γεμίσουν τα καλάθια με πασχαλιές , σιμποχιές , κρινάκια, ζουμπουλάκια, τριαντάφυλλα και κλωνάρια από ανθισμένες κερασιές. Δυο κερασιές υπήρχαν μέσα στο χωριό κι οι δυο στο σπίτι μας, τα καμάρια του Λιακοσπύρου. Όλο το βράδυ τα κορίτσια στόλιζαν και ξενυχτούσαν τον Επιτάφιο κι έψαλλαν τα ακατανόητα για μένα τότε εγκώμια, «Ζωή εν Τάφω», «Άξιον εστί», «Αι γενεαί πάσαι» «Ω γλυκύ μου έαρ»… κι μείς οι μικροί κολαούζοι παραδίπλα.

Μια γλυκιά θλίψη κυριαρχούσε το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής με την περιφορά του Επιταφίου σ’ όλο το χωριό και κυριολεκτώ σ όλο το χωριό. Η περιφορά περνούσε απ όλους τους μαχαλάδες… συμφωνία κυριών να προσφέρουν τους ώμους τους για να πάει παντού.

Μπροστά ο επιτάφιος, πλάι ο παπάς και οι ψάλτες και πίσω όλο το χωριό με αναμμένα κεριά. Μια πομπή απόκοσμη στα δρομάκια, με τις μυρωδιές των λουλουδιών να σμίγουν με θυμίαμα και φρέσκο ασβέστη.

Το βράδυ της Ανάστασης ήταν όλα τα πατροπαράδοτα έτοιμα και μοσχομυριστά μέσα στην κουζίνα για να γυρίσουμε να τα τιμήσουμε … Η Ανάσταση έβγαινε νωρίς, λόγω του ότι ο παπάς εξυπηρετούσε κι άλλα χωριά και γω ενώ θα έπρεπε να είμαι θλιμμένη σαν Μεγάλη Παρασκευή γιατί νονό δεν είχα να μου φέρει τα δώρα μου, όπως σε αδελφό και ξαδέλφια, πέταγα γιατί θα χα την ωραιότερη λαμπάδα απ όλους… Φτιαγμένη από τον ίδιο τον παππού μου. Δεν ήθελα καν να την ανάψω για να μην χαλάσει … με τούμπαρε όμως όταν μου έλεγε: «για να σου φτιάξω καλύτερη του χρόνου, άναψε τη και αύριο να την πας στο νεκροταφείο και να την αφήσεις καεί δίπλα σ όποιον θέλεις».

Πάντα τον ίδιο τάφο διάλεγα της γιαγιάς της Αλέξως, αδελφής του παππού, που έλεγε πως της έμοιαζα πολύ.

…Και ξημέρωνε Κυριακή κι έβγαινε αληθινή η ευχή του … Πάσχα να ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε…


ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΑΤΣΑΓΓΟΣ

stelios

Ω γλυκύ μου εαρ… ΑΛΛΙΩΣ


ΕΒΙΤΑ ΤΑΜΠΑΚΗ: ΠΑΣΧΑ ΜΕ ΜΙΑ ΑΓΑΠΗ!

tampaki

Από πολύ μικρή έμαθα την έννοια της χριστιανικής αγάπης με αυτό τον άνθρωπο. Την Μία της …μαργαρίτας.

Η Μία πήρε το όνομα αυτό από την προσφώνηση που της έδωσα εγώ με τις πρώτες μου λέξεις, παιδάκι ακόμη. Αγάπη μου Μία την φώναζα κι απο τότε όλοι μάθανε να την προσφωνούν με αυτό το όνομα. Κανείς πια δεν θυμάται το κανονικό της όνομα. Ούτε καν η ίδια!

Η Μία του Πάσχα του 1975 που ως τετράχρονο παιδί διασκέδαζα να την πετάω στον θάμνο με τις μαργαρίτες και να ξεκαρδίζομαι,
Η Μία που ήταν τότε ευτυχισμένη με την δική μου χαρά,
Η Μία που είναι το ζωντανό παράδειγμα της αγάπης προς τους άλλους,
Η Μία που αγαπά χωρίς να την νοιάζει αν αγαπιέται,
Η Μία η δεύτερη μάνα μου που με έμαθε πως δίνουμε χωρίς να μας νοιάζει αν θα πάρουμε κάτι πίσω,
Η Μία είναι ο άνθρωπος που μετά τον Γολγοθά έφερε την Ανάσταση.

Στην Μία μου…


ΧΡΗΣΤΙΝΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ: ΤΟ “ΘΑΥΜΑ” ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Ήταν Μεγάλο Σάββατο κι εγώ matricola, πρωτοετής δηλαδή της Νομικής, στο Camerino, όταν συνειδητοποίησα, πως για πρώτη φορά στη ζωή μου, μάλλον δεν θα έκανα Ανάσταση με τον παραδοσιακό τρόπο.

Εκτός από τα κόκκινα αυγά, που δεν θα είχαμε, γιατί που να βρεθούν βαφές στην Ιταλία;, από το κάδρο βγήκαν σιγά σιγά και τα τσουρέκια και τα λαμπριάτικα κουλούρια, αφού ούτε συνταγή υπήρχε αλλά ούτε και τα απαραίτητα υλικά…

Το συνειδητοποίησα κι αυτό όταν άρχισα να παίρνω σβάρνα τα σούπερ μάρκετ της ευρύτερης περιοχής σε αναζήτηση Μαστίχας Χίου.

Σύντομα κατάλαβα ότι ψάχνω κάτι σαν το Άγιο Δισκοπότηρο σε ξένη γη και το όνειρο για φρεσκοψημένα τσουρέκια έγινε κι αυτό παρελθόν… Και περισσότερο από το ίδιο το τσουρέκι θα μου έλειπε το γλυκό άρωμα που πλημμυρίζει το σπίτι όταν ψήνεται.

Αυτή η μυρωδιά που είναι γραμμένη στο DNA μας και όταν τέτοιες μέρες βρεθούμε μακριά απ’ την πατρίδα, άγνωστο πως, γίνεται νοσταλγία και φέρνει στο μυαλό, εικόνες από όλα τα πολύχρωμα, ανοιξιάτικα Πάσχα των παιδικών μας χρόνων.

Εδώ όμως όλα ήταν διαφορετικά. Ακόμη και η Άνοιξη δεν ταίριαζε με το Πάσχα!

Αρχές Απρίλη και το κρύο δεν ήταν απλά τσουχτερό, ήταν κανονικός χειμώνας!

Γύρω όλα τα βουνά ήταν ακόμη χιονισμένα. Για παπαρούνες ούτε λόγος. Κρίνοι και μανουσάκια δεν υπήρχαν πουθενά στην κατά τα άλλα υπέροχη ιταλική εξοχή κι οι λιγοστοί Έλληνες φοιτητές, όταν μαζεύονταν στη φοιτητική εστία για φαγητό, τις τελευταίες μέρες, δεν μιλούσαν για τίποτε άλλο πέρα από την Αναστάσιμη λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου.

Ή καλύτερα για το πως δεν θα πήγαιναν στην εκκλησία για την Ανάσταση.

Η κοντινότερη Ορθόδοξη εκκλησία βρισκόταν στη Ρώμη, σε απόσταση 400 χιλιομέτρων από την Πανεπιστημιούπολη της Κεντρικής Ιταλίας όπου μέναμε εμείς κι αυτό ήταν ένα αξεπέραστο εμπόδιο για όλους μας.

Κάπως έτσι, λαμπάδες, εκκλησία, Χριστός Ανέστη, αναστάσιμες καμπάνες, αγκαλιές κ φιλιά Αγάπης, ξαφνικά έγιναν …παρελθόν!

Κι ενώ θα μπορούσαμε τώρα να μιλάμε για το χειρότερο Πάσχα της ζωής μου, ήρθε σαν “θαύμα” μια απόφαση, να αλλάξει τα πάντα, για πάντα..

Η προ μεσαιωνική εκκλησία Santa Maria in Via, ένα ιστορικό μνημείο της περιοχής, άνοιξε τις πόρτες της, εκείνο το Αναστάσιμο βράδυ, κατ’ εντολή του Καθολικού Επισκόπου του Camerino κι αγκάλιασε τους Χριστιανούς Ορθόδοξους που την κατέκλυσαν θυμάμαι, με αναμμένες τις λαμπάδες τους!!!

Με δυο Καθολικούς ιερείς, οι οποίοι με μεγάλο σεβασμό αναβίωσαν το Ορθόδοξο τελετουργικό, γιορτάσαμε όλοι μαζί, Ορθόδοξοι και Καθολικοί, την Ανάσταση του 1989.

Και όχι μόνο…

Τα συντρίμμια της φωτογραφίας, είναι ότι απέμεινε από την Santa Maria in Via, μετά το τρομακτικό χτύπημα του Εγκέλαδου, στο Camerino, στις 31 Οκτώβρη του 2016.


ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΠΑΣ

aggelos

Χρόνια τώρα… (μπα χάλια, άστο)
Κάποτε… (άντε ρε παπάρα. άστο κι’ αυτό)
Το Πάσχα… ( σωωωωώπα, μπλιάχ)
Δεν Μπορώ… Δεν Θέλω… Δεν Ξέρω…

Σαν να με κυνηγά αυτή περίεργη αίσθηση που δεν μου δημιουργεί το Πάσχα όπως το αισθάνονται οι άλλοι και θεωρούν φυσικό να αισθανθώ κι εγώ.

Δεν Μπορώ να θυμηθώ κάτι ξεχωριστό. Ίσως και να μην υπάρχει. Μα κι αν υπάρχει το απωθώ στα βάθη της μνήμης μου. Δεν Θέλω να κάνω ανασκαφές στο παρελθόν, στις “πίσω μου σελίδες”.

Τις έκαψα. Θέλω να βλέπω μπροστά. Αυτό το πίσω αρκετά με ταλαιπώρησε. Δεν Ξέρω τι θέλω πια. Όσα έλθουν καλώς να ‘ρθούν. Και όσοι φθάσουν καλοδεχούμενοι. Από όλα, και τα καλά και τα άσχημα, μάθαμε. Οι καλοί κι οι κακοί ,που συναντήσαμε, είναι οι Δάσκαλοί μας. Και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε. Έξις δευτέρα φύση…


ΒΑΣΩ ΒΑΣΙΛΑΔΙΩΤΗ: ΠΑΣΧΑ ΣΤΟ ΖΑΛΟΓΓΟ

Κατανυκτική ατμόσφαιρα, πρόσωπα που αχνοφέγγουν υπό το φως των κεριών και μια μελωδία δροσερή και γλυκιά σαν αεράκι να σου χαϊδεύει τ΄αυτιά! Χριστός Ανέστη στο Ζάλογγο, στην ιστορική γυναικεία Μονή του Αγίου Δημητρίου. Στα πόδια του ιερού βράχου της θυσίας των 300 Σουλιωτισσών. Ένα Πάσχα, όχι πολύ μακρινό, αλλά τόσο μυρωμένο και κατανυκτικό. Οι δέκα μοναχές και η Ηγουμένη γερόντισσα Φεβρωνία ψάλλουν το Χριστός Ανέστη. Σιγανά και τραγουδιστά. Ο ήχος σαν χορδή από άρπα διαπερνά τη σιωπή κι έρχεται να σμίξει με τις ανάσες του χαμόγελου των εκατοντάδων πιστών που έχουν κατακλύσει το χώρο, μέσα κι έξω από το ναό, για να λάβουν το χαρμόσυνο άγγελμα. Κι εγώ, που έχω ζήσει πολλές θορυβώδεις μέχρι και …μπαρουτοκαπνισμένες Αναστάσιμες βραδιές, κρατώ την ανάσα μου, σε αυτή την γλυκιά μέθεξη, την αύρα της στιγμής. Και χάνομαι στη μαγεία της, που περικλείει μια απέραντη γαλήνη. Ήταν ένα ξεχωριστό Πάσχα που θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη μου.


ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΣΑΡΛΑΜΗ: ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

sarlami

Γενικά, δεν τα πάω καλά με τις γιορτές. Με ενοχλεί όλη αυτή η οικογενειακή φασαρία, τα τραπεζώματα και η μουρμούρα. Επίσης, όλη αυτή η θρησκευτική κατάνυξη, μου φαίνεται τόσο ψεύτικη και υποκριτική. Ως εκ τούτου, προτιμώ την μοναξιά μου τις ημέρες αυτές. Αισθάνομαι πιο ήρεμη, πιο αληθινή, πιο συνειδητοποιημένη. Προτιμώ τις αυθόρμητες συναθροίσεις των ανθρώπων και όχι αυτές που επιβάλλουν τα κοινωνικά δεδομένα. Αλλά είναι αυτή η θλίψη που με πιάνει στα ξαφνικά και με διαλύει… Κι εκεί που είναι επιλογή μου αυτή η μοναξιά, αναζητώ μανιωδώς την ανθρώπινη επαφή, λίγη φασαρία. Για κάποιο λόγο ο άνθρωπος διαχειρίζεται καλύτερα την μοναξιά, τις μη γιορτινές μέρες. Τις γιορτές μας έχουν μάθει να μαζευόμαστε πολλοί… Αυτό που μου έρχεται ευχάριστα στο μυαλό, από γιορτές του Πάσχα, είναι στιγμές. Είναι ένα λιβάδι γεμάτο μαργαρίτες , κάτι λαμπάδες χειροποίητες που φτιάξαμε στην Εύβοια και τον Νίκο να προσπαθεί να στρίψει το κοκορέτσι, μια βουτιά στα κρύα νερά του Αιγαίου, ο παπάς του χωριού να τρώει παστό κρέας την Μεγάλη βδομάδα, ένα τραπέζι γεμάτο με όλα τα καλά στην Γαλήνη, όνομα και πράγμα. Ένα τραπέζι, κι ας μην είναι γιορτινό, με μπόλικη ρακή και χαρούμενους ανθρώπους. Να γελάμε, να μιλάμε, να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας και να πίνουμε τις ρακές μας. Και αν βλέπω και θάλασσα, είμαι ευτυχισμένη.


ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ: ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ

Οι διακοπές συνήθως αποτελούν αφορμή για αποδράσεις. Το Πάσχα του 2014, όμως, αποφάσισα να το περάσω εντός συνόρων, εντός νομού και ακόμα πιο συγκεκριμένα στο εξοχικό μας. Κατάσταση οικογενειακή και ήρεμη. Δηλαδή, όχι κάτι άξιο αναφοράς. Αυτό το Πάσχα είναι, όμως, που θυμάμαι με νοσταλγία! Ξεκούραση, ύπνος, αποτοξίνωση από τους ρυθμούς της πόλης, δίπλα στη φύση που είχε ξυπνήσει για τα καλά από τη χειμερία νάρκη της, καθαρός πρωινός αέρας και πάνω απ’ όλα φροντίδα και φαγητό μαμάς. Όχι πως δυσανασχετεί κάθε φορά που ανακοινώνω πως θα λείψω το Πάσχα, αλλά τις ελάχιστες φορές που αποφασίζω να περάσω γιορτές στο εξοχικό, τα δίνει όλα! Φέτος, όμως, το πρόγραμμα έχει road trip εκτός νομού και ας ξέρω πως θα μου λείψουν το φαγητό και η φροντίδας της Αγγελικής.


ΡΟΥΛΑ ΣΙΛΙΝΤΖΗ: ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΟΥ ΧΡΟΝΩΝ

roula

Τα Πάσχα που αναπολώ , με μεγάλη νοσταλγία είναι αυτά των παιδικών μου χρόνων!
Τότε που πηγαίναμε όλοι στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού και ψήναμε στην μεγάλη μπροστινή αυλή με τις τριανταφυλλιές και μια μεγάλη βυσσινιά !

Στη βυσσινιά αυτή , άλλοτε σκαρφαλώναμε κι άλλοτε κάναμε γυφτοκούνια-έτσι τη λέγαμε την αιώρα τότε- με μια παλιά κουβέρτα της γιαγιάς και κουνιόμασταν με τη σειρά.

Απέναντι από το σπίτι της γιαγιάς, στην άπλα των χωραφιών υπήρχαν μουριές, άσπρες και μαύρες. Κάθε μέρα λοιπόν, με τον αδελφό μου και τα ξαδέλφια μας, παίρναμε κατσαρολάκια από τη γιαγιά και πηγαίναμε να μαζέψουμε μούρα. Τα πιο πολλά βέβαια, τα τρώγαμε την ίδια στιγμή και φυσικά , μετά από λίγο, μας πονούσε η κοιλιά…
Τη Μεγάλη Πέμπτη το πρωί, με τη γιαγιά, τη μαμά και τις θείες μου βάφαμε τα κόκκινα αυγά!!! Η τεχνική του στολισμού ήταν αυτή με το καλσόν, που στέριωνε στο αυγό τα φρέσκα φυλλαράκια που μαζεύαμε από τα λουλούδια, σε διάφορα μεγέθη και σχέδια. Αυτή την τεχνική , που με είχε εντυπωσιάσει, την έμαθα και στα παιδιά μου…

Κάθε απόγευμα τη Μεγάλη Εβδομάδα πηγαίναμε στην εκκλησία. Η μαμά, μας είχε ράψει καινούρια ρούχα και η νονά μας είχε φέρει καινούρια παπούτσια και την πασχαλιάτικη λαμπάδα.

Στην εκκλησία βαριόμασταν γρήγορα και θέλαμε να βγούμε στον αυλόγυρο να παίξουμε με τα άλλα παιδιά. Απ ότι θυμάμαι , δεν το καταφέρναμε πάντοτε.

Μόνο το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ δεν βαριόμασταν. Ίσα-ίσα το περιμέναμε με μεγάλη ανυπομονησία, γιατί θα παίρναμε τη λαμπάδα μας τη στολισμένη κι ένα φαναράκι χάρτινο, χρωματιστό, που έμοιαζε με ακορντεόν, γιατί ανοιγόκλεινε και άλλαζε μέγεθος! Τι χαρά είχαμε γι’ αυτό το φαναράκι… ήταν παραμυθένιο κι όταν γυρίζαμε στο σπίτι με τα πόδια, μετά την Ανάσταση, όλα τα παιδικά φαναράκια έλαμπαν στο δρόμο και μάγευαν μικρούς και μεγάλους…

Την επόμενη μέρα είχαμε τη μεγάλη γιορτή! Κυριακή του Πάσχα και στην αυλή που λέγαμε άρχιζαν απ’ το πρωί-πρωί , να γυρνάνε οι σούβλες με τα αρνιά. Τέσσερα τον αριθμό, αφού τα παιδιά του παππού και της γιαγιάς ήταν τέσσερα…

Οι μεγάλοι έστηναν σπουδαίο φαγοπότι από νωρίς. Τσιπουράκι με μεζέδες, αυγά κόκκινα, τζατζίκι, ψωμί ζυμωτό, σαλάτες και το κοκορετσάκι που έβγαινε πρώτο απ’ τη φωτιά…

Εμείς , οι μικροί, τριγυρνούσαμε σαν τις μέλισσες γύρω τους, θέλαμε να γυρίσουμε τη σούβλα αλλά μετά από λίγο πύρωναν τα μάγουλα από τη δυνατή φωτιά…

Μια λαμπρή γιορτή, ένα αυθεντικό ελληνικό γλέντι για το Πάσχα, όπως επέτασσαν τα έθιμα, που δεν γινόταν κανείς να μην τα τηρήσει…

Αργότερα, στην ενήλικη ζωή μου, λίγες φορές θυμάμαι να έχω ζήσει τόσο όμορφα οικογενειακά Πάσχα.

Για να πετύχουμε σήμερα, αυτό που στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού ήταν αυτονόητο-να είμαστε δηλαδή, όλοι μαζί, για να ψήσουμε και να χαρούμε την Ανάσταση του Κυρίου-θα πρέπει να προσπαθούμε πολύ… να ταιριάζουν τα προγράμματα όλων, να μην ζούμε σε μακρινές αποστάσεις, να θέλουμε να βρεθούμε, να… να… να… Πόσο γρήγορα αλλάζουν οι συνήθειες.

Δεν είμαι δα και τόσο μεγάλη να πάρει η ευχή… Λίγα χρόνια πέρασαν…


ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΛΛΗΣ: ΠΑΣΧΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΛΙΑ. ΤΕΛΕΙΩΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ…

vellis

“Θέλεις να γυρίσεις, πίσω, μα μακραίνει η απόσταση κι όλοι ξένοι, λες και δεν τους γνώρισες ποτέ αλλαγμένοι, παράξενοι, σιωπηροί το ίδιο κι η δική σου εικόνα, πνιγμένη στη σέπια, σε περιεργάζεται.” Γιάννης Βέλλης

Πολύ μικρός, στα πρώτα ξεκινήματα. Η περιέργεια μεγάλη, για όλους, για όλα. Οι εποχές σκοτεινές, έως εχθρικές, πολιτικά. Τέλος του 67, αρχές του 70. Οι άνθρωποι δεν είχαν ακόμα ξεπεράσει τις πληγές του εμφυλίου, της ξενιτιάς. Το χωριουδάκι μικρό, ημιορεινό, η Μυρσίνη Πρέβεζας. Ξεχασμένο, από θεούς και ανθρώπους… Οι συγκυρίες, σε φέρνουν, ως παιδί, σε άγνωστες καταστάσεις, μέρη, εποχές, μα κι ανθρώπους. Το Πάσχα πλησίαζε. Το σπίτι που μέναμε, μικρό δίπατο πέτρινο, σήμερα σωρός πέτρες κι ένας τοίχος να αγναντεύει τις ανθισμένες κουτσουπιές και τις άνοιξες που έρχονται… Θύμα του χρόνου, των αναγκών, των επιλογών. Είχε τη ζεστασιά της ξυλόσομπας, αλλά και της οικογένειας. Το φως, από την λάμπα πετρελαίου. Το ρεύμα, θα έφτανε λίγο αργότερα κι εκεί, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι πασχαλινές προετοιμασίες, ξεκινούσαν από την ίδια την άνοιξη. Στόλιζε τα πάντα, με το πράσινο και τα άνθη της. Ο ήλιος περισσότερο καυτός και φωτεινός. Όλοι άσπριζαν τις πόρτες, τα πεζοδρόμια, τις αυλές. Μετά τα κουλούρια, τα τσουρέκια, τα αυγά, με φύλλα και λουλούδια δεμένα πάνω, για σχέδια. Όλα τα παιδιά κι εγώ στην κουζίνα, βλέπαμε, μυρίζαμε, αλλά δεν τρώγαμε. Να έρθει η Ανάσταση πρώτα, μας έλεγαν. Ήταν και τα κάλαντα, αλλά πηγαίνανε λίγα παιδιά που τα ξέρανε. Θυμάμαι το καλαθάκι που γέμιζε κουλούρια κι αυγά, σε φιλικά σπίτια. Την ημέρα της γιορτής, την χαρά, τα αστεία της ημέρας. Σαν να γινόταν ο κόσμος άλλος, καλύτερος. Ίσως κατά βάθος, όλοι αυτό να θέλαμε, ή έστω οι περισσότεροι.

(Το σπίτι που έμενα μικρός στη Μυρσίνη Πρέβεζας. Σημερινή εικόνα του, ανοιξιάτικη!)


ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΦΟΓΙΩΡΓΟΣ: ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΟΥ ΧΟΡΤΟΦΑΓΟΥ

Αν το Πάσχα στην Ελλάδα με τα βεγγαλικά και τα γλέντια του είναι loud, στην κεντρική Ευρώπη είναι mute. Oι δυτικοί τα δίνουν όλα την Πρωτοχρονιά και τα Χριστούγεννα με τόνους βαρελότα και λίτρα οινοπνεύματος.
Εγώ πάλι θυμάμαι τα σέβεντις με το κάψιμο του Οβραίου και το αυστηρό βλέμμα του ιερέα με την υποχρεωτική νηστεία. Ευτυχώς δεν είμαι τόσο μεγάλος για να προλάβω και το κούρεμα γουλί.

Πίσω στην κεντρική Ευρώπη και την πολυπολιτισμική γειτονιά μου. Οι Ιταλοί ως καλοί καθολικοί ντύνονται Ρωμαίοι στρατιώτες και ένας από αυτούς Χριστός που κουβαλάει τον σταυρό κάνοντας λιτανεία στους δρόμους την Μεγάλη Πέμπτη. Εμένα πάλι όλο αυτό μου θυμίζει την σκηνή από τους “Εντιμοτατους Φίλους 2” και γελάω ο αθεόφοβος.
Οι Μουσουλμάνοι δεν πολυσυμμετέχουν γιατί προτιμούν τα Χριστούγεννα ενώ οι Προτεστάντες γιορτάζουν διακριτικά (πως αλλιώς ) με φιλοσοφικές συζητήσεις. Το Πάσχα γίνονται παραδοσιακά και πορείες Ειρήνης . Κάτι σαν θρησκευτική εργατική Πρωτομαγιά.

Αυγά βάφουν όλοι και το κεντροευρωπαϊκό κλου είναι να κρύβουν οι γονείς αυγά στην φύση για να τα βρουν τα παιδιά. Μασκότ είναι ένας λαγός με ένα καλάθι αυγά στην πλάτη. Ξύλινα αυγά και τσουγκρίσματα δεν παίζουνε.
Μιας και μιλάμε για τσουγκρίσματα , η εποχή χαρακτηρίζεται από μια γιγαντιαία έξοδο από Ολλανδούς, Γερμανούς, Ιταλούς, Αυστριακούς και Ελβετούς με αποτέλεσμα να μαζεύονται καμιά εκατοστή εκατομμύρια οχήματα έτοιμα να κατακλύσουν άουτομπαν, αυτοστράντα κι οτιδήποτε ασφαλτοστρωμένο. Αποτέλεσμα, μποτιλιαρίσματα μήκους από την Πάτρα μέχρι το Αίγιο αλλά λιγότεροι νεκροί από την δικιά μας έξοδο.

Είναι βέβαια κι η εποχή που έρχονται κι οι πρώτες ζέστες κι εγώ αρχίζω να νοσταλγώ , χιόνι, κρύο και Χριστούγεννα. Είμαι κι ανάποδος , είμαι και χορτοφάγος…

Και του χρόνου.

Carnet de Voyage

ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΙΣΤΟΤΟΠΟΣ Πάμε παντού, αλλά είμαστε κοντά σας

Σχετικά Άρθρα

Back to top button